Την άνοιξη του 2013 ο Νίκος Καραθάνος και η ομάδα του ανέβασαν τη “Γκόλφω” του Σ. Περεσιάδη
στο Εθνικό Θέατρο. Η επιτυχία ήταν πολύ μεγαλύτερη και από την πιο αισιόδοξη προσδοκία.
Από την πρώτη στιγμή η φήμη της παράστασης κυκλοφόρησε στόμα με στόμα και δημιουργήθηκαν
λίστες αναμονής για τους υποψήφιους θεατές.
Ο μονόλογος της Αγάπης, που έγραψε και ενσωμάτωσε στο κείμενο η Λένα Κιτσοπούλου
και ερμηνεύτηκε μοναδικά από την Λυδία Φωτοπούλου, ανέβηκε αμέσως στο YouTube
με πολλές χιλιάδες προβολών.
Ήταν τέτοια η επιτυχία ώστε ο Γιώργος Λούκος πρότεινε, για πρώτη φορά στα χρονικά, να μεταφερθεί
μια παράσταση ήδη έτοιμη, στην Επίδαυρο. Άλλωστε το διακύβευμα ήταν μεγάλο.
Η Γκόλφω θα επέστρεφε στο φυσικό της χώρο. Θα ανέβαινε κάτω από τον ουρανό και όχι σε ένα κλειστό θέατρο.
Μια συμπαραγωγή του Φεστιβάλ Αθηνών και του Ηλία Γιαννακάκη
Εκτέλεση παραγωγής:
Ηλίας Γιαννακάκης
Φωτογραφία:
Ηλίας Γιαννακάκης - Αποστολία Παπαϊωάννου
Σκηνοθεσία - Σενάριο:
Ηλίας Γιαννακάκης
Όταν ανακοινώθηκε η απόφαση για το ανέβασμα της Γκόλφως του Νίκου Καραθάνου στην Επίδαυρο, ήμουν παρών στη συνέντευξη τύπου. Αυθόρμητα ο Νίκος μου είπε “...γιατί δεν έρχεσαι να τραβήξεις τη διαδικασία στην Επίδαυρο;...θα είναι καταπληκτικά...”.
Έτσι ξεκίνησαν όλα. Την επόμενη μέρα πρότεινα στον Γιώργο Λούκο την ιδέα για μια ταινία - ντοκιμαντέρ πάνω στο ανέβασμα της Γκόλφως. Ενθουσιάστηκε. Τα οικονομικά ήταν πολύ δύσκολα και μου είπε ότι θα μπορούσε να καλύψει μόνο τα έξοδα διαμονής και μοντάζ έτσι ώστε η πρεμιέρα της ταινίας να δοθεί στο πλαίσιο του επόμενου Φεστιβάλ Αθηνών, τον Ιούνιο του 2014.
Ξεκινήσαμε, αρχές Αυγούστου του 2013, με την Αποστολία. Όχι από την Επίδαυρο αλλά από τον Χελμό.
Είχαμε πραγματοποιήσει το πρώτο μας ταξίδι στα Καλάβρυτα όπου κάναμε τις πρώτες διερευνητικές επαφές, αλλά και ένα γύρισμα που προέκυψε, για το ντοκιμαντέρ “Καλάβρυτα - Άνθρωποι και Σκιές”. Συνεπώς ήμασταν κοντά και φεύγοντας από τα Καλάβρυτα, αποφασίσαμε να πάμε στο Χελμό και να κινηματογραφήσουμε τα λημέρια της μυθικής Γκόλφως.
Εκεί βρεθήκαμε στην πιο ψηλή κορυφή του Χελμού και κινηματογραφήσαμε κατσίκια, πρόβατα και γίδια καταλήγοντας στη βρύση της Γκόλφως, όπως έγραφε και η ταμπέλα.
Ήταν ο καλύτερος τρόπος να μπούμε στο πνεύμα του έργου και της παράστασης και ταυτόχρονα να προσδώσουμε αυθεντικότητα στην έναρξη της ταινίας.
Φύγαμε από τον Χελμό κατευθείαν για την Επίδαυρο.
Και ξεκινήσαμε, με δυο κάμερες, να κινηματογραφούμε τα πάντα.
Ήταν η πρώτη φορά που δουλέψαμε μαζί με την Αποστολία αξιοποιώντας δυο κάμερες ταυτόχρονα είτε ευρισκόμενοι στον ίδιο χώρο είτε κινηματογραφώντας παράλληλες δράσεις (π.χ εγώ να ακολουθώ κάποιον ηθοποιό από τα καμαρίνια στη σκηνή και η Αποστολία να κινηματογραφεί μια άλλη ομάδα που κάνει φωνητικές πρόβες ή ετοιμάζει την κίνηση) .
Η συνύπαρξη αυτή αποδείχτηκε εξαιρετικά επωφελής για το αποτέλεσμα.
Το πρωί πηγαίναμε για μπάνιο στην Παλιά Επίδαυρο και το μεσημέρι ξεκινούσαμε τα γυρίσματα μέχρι αργά το βράδυ.
Ευτυχώς είχε προηγηθεί το “Παρασκήνιο” για τη Λυδία Φωτοπούλου όπου είχαμε κινηματογραφήσει τη γέννηση της Γκόλφως, στο Εθνικό, στο κτήριο του REX και είχαμε εξοικειωθεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό με τον Νίκο Καραθάνο και την ομάδα του.
Η “Γκόλφω στην Επίδαυρο” είναι μια ταινία που θα θυμάμαι για πάντα.
Τόσο για το αποτέλεσμα που προέκυψε αλλά και για την εμπειρία των όσων ζήσαμε με την Αποστολία εκείνες τις οκτώ μέρες που κράτησαν τα γυρίσματα.
Επιπροσθέτως ήταν συναρπαστική η επίγνωση ότι κάθε μας πλάνο αποτελούσε ντοκουμέντο μιας αληθινά σπουδαίας καλλιτεχνικής στιγμής.
Η δημιουργική τρέλα του Καραθάνου και της ομάδας του βρήκε στο συγκεκριμένο ανέβασμα της Γκόλφως κάτι που μίλησε πολύ βαθιά σε όλους μας σχεδόν. Το ότι όλο αυτό έλαβε χώρα στην Επίδαυρο δημιούργησε μια συνθήκη απολύτως μοναδική και πρωτόγνωρη.
Ο χώρος της Επιδαύρου είτε πρόκειται για το Αρχαίο Θέατρο είτε για τα καμαρίνια είτε για τα γύρω βουνά, δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που δεν είναι εύκολο να την χαρακτηρίσεις. Να της δώσεις ένα όνομα. Σίγουρα σε υποβάλλει με έναν μοναδικό τρόπο.
Η συγκεκριμένη παράσταση, ήδη από την Αθήνα το χειμώνα που προηγήθηκε, αλλά ακόμα περισσότερο στην Επίδαυρο όπου βρήκε το φυσικό της χώρο, με είχε συγκλονίσει. Σε αρκετές περιπτώσεις κινηματογραφούσα κλαίγοντας. (Όσα πλάνα ήταν φλου, επειδή δεν έβλεπα, τα πετάξαμε στο μοντάζ...) .
Πέτυχε κάτι εκείνη η παράσταση που δεν εξηγείται. Η Εύη Σαουλίδου, μιλώντας στην κάμερα κάποια στιγμή, το προσδιόρισε ως εξής: “...Ήταν τόσο όσο...”. Αυτονόητο αλλά και τόσο δύσκολο.
Ήδη από την πρώτη προβολή της ταινίας στο Φεστιβάλ Αθηνών, τον Ιούνιο του 2014, ήταν σαφές, τόσο από τις αντιδράσεις των θεατών αλλά εξίσου και των συντελεστών της παράστασης, ότι η ταινία είχε πετύχει. Και σε όσες προβολές ακολούθησαν, σε φεστιβάλ ή στην τηλεόραση, η αίσθηση ήταν πάντα η ίδια.
Κι εγώ από την πλευρά μου είμαι πολύ ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα.
Φαίνεται ότι και η ταινία κατάφερε να συλλάβει κάτι από το πνεύμα της παράστασης.
Ήταν τόσο όσο...