Είχα ήδη πραγματοποιήσει ένα “Παρασκήνιο” πορτραίτο για τον Γιάννη Χουβαρδά, το 2009 ενώ τον είχα κινηματογραφήσει και σε άλλες δυο περιπτώσεις στη διάρκεια των προβών του για αντίστοιχα ντοκιμαντέρ για την Αμαλία Μουτούση και την Στεφανία Γουλιώτη.
Όμως αυτή οικειότητα δεν βοήθησε καθόλου.
Όταν ήρθε η στιγμή που θα ξεκινούσαν οι πρόβες για τον Άμλετ, τον Οκτώβριο του 2014, ο Γιάννης δεν ήθελε να υπάρχει κάμερα. Μου ζήτησε να ξεκινήσει η κινηματογράφηση από τη στιγμή που η ομάδα θα μεταφερόταν στη Στέγη. Δηλαδή στις 2 Ιανουαρίου του 2015.
Όπως και έγινε. Κατά συνέπεια δεν είχαμε τη δυνατότητα να καταγράψουμε τη διαδικασία από την αρχή αλλά μονάχα τις τελευταίες δεκαπέντε μέρες.
Όταν ξεκινήσαμε, η ένταση ήταν στο κατακόρυφο. Το άγχος χτύπαγε κόκκινο.
Οι συνθήκες για την Αποστολία και εμένα ήταν πρωτόγνωρα δύσκολες.
Μας είπαν να κινηματογραφούμε μόνο από κάτω, από τις θέσεις των θεατών και να μην ανεβαίνουμε στη σκηνή.
Ο Γιάννης αρνιόταν να φορέσει ψείρα (το μίνι μικρόφωνο ώστε να ακούγονται ευκρινώς όσα έλεγε) και στις πρώτες μέρες επικοινωνούσαμε μέσω της συζύγου του Άλκηστης, που έκανε την Οφηλία στην παράσταση.
Το στοίχημα της παράστασης ήταν μεγάλο. Άμλετ. Που τον περίμενε όλη η θεατρόφιλη Αθήνα. Με μια εκλεκτή ομάδα ηθοποιών που περιλάμβανε επίσης τον Χρήστο Λούλη στον ομώνυμο ρόλο, την Αμαλία Μουτούση ως Γερτρούδη και ακόμα, ανάμεσα σε άλλους, τον Νίκο Χατζόπουλο, τον Γιώργο Γάλλο, τον Χάρη Φραγκούλη και τον Ορφέα Αυγουστίδη.
Η απόσταση δεν μας άφηνε τις πρώτες μέρες να εξοικειωθούμε με τα μέλη της ομάδας (τουλάχιστον όσους δεν γνωρίζαμε ήδη) και όλα ήταν πολύ δύσκολα.
Επιπροσθέτως ήδη από την πρώτη μέρα του γυρίσματος η μια κάμερα έπεσε και έσπασε ο φακός!
Νοικιάσαμε μια άλλη και συνεχίσαμε.
Μετά την πέμπτη μέρα τα πράγματα άρχισαν να βελτιώνονται.
Κινηματογραφούσαμε πυρετωδώς. Και ήμασταν τελείως αφανείς.
Παράλληλα, όσο περνούσαν οι μέρες, εκτός από τις πρόβες καταγράφαμε και τις μαρτυρίες όλων των συντελεστών ώστε να αποτυπωθεί η ψυχολογική τους κατάσταση εν μέσω προβών, αυτό που αισθάνονταν εκείνη τη στιγμή δηλαδή, όσο και η γενικότερη προσέγγισή τους στο έργο και την παράσταση.
Κάποια στιγμή μίλησε στην κάμερα και ο Γιάννης που είχε αρχίσει να χαλαρώνει κάπως.
Ο τρόπος δουλειάς του Γιάννη είναι τελείως διαφορετικός σε σχέση με τον Καραθάνο ή τον Μαρμαρινό. Ο Γιάννης είναι πιο εγκεφαλικός, έχει τα πάντα μέσα στο μυαλό του (από εκεί και ο τίτλος της ταινίας) και είναι σαν να κρατά πολλά αόρατα νήματα που κατευθύνουν τους πάντες. Με απόλυτο έλεγχο. Όταν, όμως, εντοπίζει έναν καλό αυτοσχεδιασμό, που ταιριάζει στο ύφος του, ξέρει να τον ενσωματώνει.
Κινηματογραφήσαμε τα πάντα μέχρι και την πρεμιέρα. Νομίζω ότι το καλύτερο κομμάτι, όμως, ήταν το τελευταίο ημίωρο της ταινίας όπου κινηματογραφούσαμε παράλληλα τη βραδιά της πρεμιέρας. Η Αποστολία την παράσταση κι εγώ στα καμαρίνια αποτυπώνοντας όσα γίνονταν πίσω από τη σκηνή. Και συνέβαιναν πολλά και συναρπαστικά! Έμπαιναν, έβγαιναν, μου μιλούσαν για λίγο στην κάμερα, καταγραφόταν η ένταση, το άγχος, η αγωνία, η ανακούφιση.
Είχαμε τη δυνατότητα να βλέπουμε, σε παράλληλο μοντάζ, όσα συνέβαιναν επί σκηνής και στο παρασκήνιο ταυτόχρονα.
Νομίζω ότι παρά τις μεγάλες δυσκολίες στη συγκεκριμένη ταινία, προέκυψε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα. Και ένα πολύ ισχυρό ντοκουμέντο.
Όταν ο Γιάννης είδε την ταινία χάρηκε πάρα πολύ. Του άρεσε ειλικρινά και μου ζήτησε συγνώμη για τις δυσκολίες που μας είχε φέρει.